Όλοι οι οργανισμοί, ανεξάρτητα από τη μορφή και τον τύπο δραστηριότητας, καθώς και το εφαρμοστέο φορολογικό σύστημα, πρέπει να εκπληρώνουν τα καθήκοντα ενός φορολογούμενου και φορολογικού αντιπροσώπου. Οι φορολογικοί υπάλληλοι είναι οργανισμοί στους οποίους ανατίθεται, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας, παρακράτηση, υπολογισμός και μεταφορά φόρων στον προϋπολογισμό.
Είναι απαραίτητο
- - έγγραφα υπολογισμού ·
- - παρακράτηση και μεταφορά φόρων.
Οδηγίες
Βήμα 1
Οι φορολογούμενοι και οι φορολογικοί πράκτορες έχουν τα ίδια δικαιώματα. Οι φορολογικοί υπάλληλοι υποχρεούνται να παρακρατούν έγκαιρα και σωστά τον φόρο εισοδήματος από τα χρήματα που καταβάλλονται στους φορολογούμενους, να τον μεταφέρουν στον προϋπολογισμό και να διασφαλίζουν την αποθήκευση εγγράφων που είναι απαραίτητα για τον υπολογισμό, την παρακράτηση και τη μεταφορά φόρων για 5 χρόνια.
Βήμα 2
Σε περίπτωση που είναι αδύνατο να παρακρατηθεί το ποσό του φόρου εισοδήματος, ο φορολογικός πράκτορας πρέπει να ενημερώσει τις φορολογικές αρχές για τέτοιες περιστάσεις στον τόπο εγγραφής του, καθώς και για το ποσό της οφειλής. Αυτό πρέπει να γίνει μέσα σε ένα μήνα από την ημέρα που έγινε γνωστό για αυτές τις συνθήκες.
Βήμα 3
Ο παρακρατούμενος πράκτορας πρέπει να τηρεί αρχεία τόσο των δεδουλευμένων όσο και των καταβληθέντων εσόδων. Η λογιστική οργανώνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι δυνατή η παροχή πληροφοριών για κάθε φορολογούμενο. Επιπλέον, ο φορολογικός πράκτορας πρέπει να παρέχει έγγραφα με τα οποία μπορείτε να ελέγξετε την ορθότητα του υπολογισμού και την παρακράτηση φόρου στον προϋπολογισμό.
Βήμα 4
Τα καθήκοντα ενός φορολογικού πράκτορα να μεταφέρει φόρο εμφανίζονται στις ακόλουθες περιπτώσεις: - κατά την πληρωμή εισοδήματος σε ξένη εταιρεία που δεν σχετίζεται με την επιχειρηματική της δραστηριότητα.
- κατά την πληρωμή των εσόδων με τη μορφή μερισμάτων σε μια εταιρεία που είναι φορολογούμενος για το φόρο εισοδήματος.
Βήμα 5
Μέρισμα σημαίνει κάθε εισόδημα που εισπράττεται από μια εταιρεία κατά τη διανομή των κερδών από τις μετοχές αυτού του οργανισμού που ανήκουν στον παραλήπτη, τα οποία απομένουν μετά τη φορολογία.
Βήμα 6
Προκειμένου να προσδιοριστεί το ποσό που θα μεταφερθεί στον προϋπολογισμό από το εισόδημα του αποδέκτη μερισμάτων, πρέπει να καθοριστεί το συνολικό ποσό που θα διανεμηθεί υπέρ όλων των φορολογουμένων. Στη συνέχεια, θα πρέπει να καθορίσετε το ποσό των μερισμάτων που έλαβε ο ίδιος ο αντιπρόσωπος κατά την προηγούμενη και τρέχουσα περίοδο αναφοράς κατά τη στιγμή της διανομής των μερισμάτων.
Βήμα 7
Το ποσό των μερισμάτων από προηγούμενες περιόδους λαμβάνεται υπόψη μόνο με την προϋπόθεση ότι δεν είχε ληφθεί προηγουμένως υπόψη κατά τον καθορισμό της φορολογικής βάσης. Μετά από αυτό, είναι απαραίτητο να προσδιοριστεί η αναλογία πληρωτέων μερισμάτων και να βρεθεί η διαφορά μεταξύ του συνολικού ποσού που θα διανεμηθεί στα μερίσματα και του ποσού που λαμβάνει ο φορολογικός πράκτορας. Η προκύπτουσα διαφορά πολλαπλασιάζεται τότε με τον κατάλληλο φορολογικό συντελεστή. Εάν, ως αποτέλεσμα των υπολογισμών, η αξία είναι αρνητική, τότε δεν υπάρχει υποχρέωση καταβολής φόρου. Καμία επιστροφή χρημάτων δεν γίνεται.